Κυριακή 15 Απριλίου 2007

Πασχα και φοιτητες - Η καθοδος των μυριων


Κυριακή 15 Απριλίου και σήμερα τελειώνουν και τυπικά οι διακοπές του Πάσχα.

Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο σε αυτούς που επέστρεψαν στην αγαπημένη μας Ξάνθη για τις διακοπές και τώρα πιθανότατα διαβάζουν αυτό το άρθρο απο τον υπολογιστή στην άλλη πόλη που διαμένουν. Παρ’ολ’αυτά καθρεφτίζει πλήρως και τον υπόλοιπο φοιτητόκοσμο της Ελλάδας. Διαβάστε και θα καταλάβετε.

Ειμουν στην Ξάνθη από την Μεγάλη Δευτέρα κι επέστρεψα προχθές. Μας λυπήθηκε η φύση και περιέργως η Ξάνθη είχε γλυκό καιρό (οι ελάχιστες βροχές και αέρηδες ήταν απλώς για να θυμόμαστε από ποια πόλη είμαστε, άλλωστε αν δεν είχε κρύο δεν θα ήταν Ξάνθη.)


Εδώ θέλω να σημειώσω την χούντα των φοιτητών. Πηγαίνουμε σπίτια μας με δύο βαλίτσες άπλυτα ρούχα και άδεια τάπερ. Μαμάδες και γιαγιάδες μας ταΐζουν πλουσιοπάροχα (το
fast food είναι κακιά ανάμνηση μπροστά στο φαΐ που βγαίνει μέσα από τον φούρνο) κοιτώντας με μάτια που λάμπουν το πιρούνι να ανεβοκατεβαίνει. Αφότου σκάσουμε στο φαΐ, βλέπουμε με θαυμασμό το πλυντήριο πιάτων να πλένει τα πιάτα.

(Αιώνια τιμή και δόξα στην Τζοζεφίν Κόχραν, εφευρέτη αυτής της Θείας συσκευής που κάθε φοιτητής εύχεται να είχε όταν ξεκινά η λάντζα. Σκοπεύω να βάλω μια εικόνα της πάνω από τον νεροχύτη να την κοιτάω και να βλαστημάω όταν πλένω.)

Αφού αράζουμε λοιπόν, τρώμε και πίνουμε τζάμπα, μας πλένουν πιάτα και ρούχα, το σπίτι είναι πάντα καθαρό και όταν τελικά έρθει η ώρα να φύγουμε, ΜΑΣ ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ ΚΙΟΛΑΣ. Αυτό εννοώ χούντα. Λευτεριά στους κρατούμενους γονείς του φοιτηταριάτου!

Λοιπόν, γυρνώντας στην Ξάνθη απ’όλα τα μήκη και πλάτη της Ελλάδος κι όχι μόνο, συναντάμε την ηρωική μας παραλία. Δεν χρειάζεται καν να πούμε τα ονόματα των καφετεριών έτσι κι αλλιώς μετρούνται στα δάχτυλα ενός χεριού και έχουμε πάει σε όλες.

Κάθεσαι και αναπνέεις Ξάνθη ρε αδερφέ. ( Εκτός αν είναι Σάββατο, που αναπνέεις κυρίως το παζάρι.) Θα παίξεις κι ένα τάβλι ή ένα σκάκι ή ότι άλλο με το φιλαράκι που έχεις να δεις από τα Χριστούγεννα επειδή τα μέρη που μένετε βρίσκονται μέχρι και σε διαφορετική χρονική ζώνη. Πάντα φυσικά με τα γνωστά, «σου σκίσω, σου δείξω, πότε έμαθες εσύ τάβλι,» κλπ.

Μια σημείωση προς τις αγαπημένες καφετερίες μας. Με το που φτάνει το ποτήρι του καφέ μπροστά σου ακούγεται η ξενερωτική πολεμική κραυγή:

«Μήπως μπορείτε να με πληρώσετε;»

Κάτσε ρε πουλάκι μου, ακόμη η πρώτη γουλιά δεν διένυσε το καλαμάκι, να σε πληρώσω. Κλέφτες είμαστε ή θα σηκωθούμε να φύγουμε; Δεν λέω μπορεί να έχετε τους λόγους σας, αλλά μόνο στην Ξάνθη το έχω δει αυτό. ΠΑΝΤΑ όμως.

Αφού ως γνωστόν θα περάσει από εκεί όλη η πόλη, θα έχεις και την ευκαιρία να χαιρετήσεις παλιούς γνωστούς με μια συζήτηση που αν την γράφαμε θα χώραγε σε γραμματόσημο. Πάει συνήθως κάπως έτσι:

-‘Γειά!’

-‘Ωπ, τι λέει;’

-‘Καλάα…’ (και κάπου εκεί ο γνωστός που δεν έχει ελαττώσει το βήμα του για να μην αφήσει την παρέα του έχει ήδη απομακρυνθεί κι εσύ μένεις με τον καημό πως αυτός δεν έμαθε ότι είσαι κι εσύ καλά. Τέλος πάντων το καλοκαίρι είναι κοντά.)

Το βραδάκι η διασκέδαση περνάει σε πιο κλειστούς χώρους, που επίσης μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού ενός καμπούρη καλλιεργητή καυτερών πιπεριών και γιο ενός Τζάκ.

Εκεί δεν περνάει όλη η πόλη, είναι ήδη παστωμένη μέσα και γουστάρει. Οι συζητήσεις με παλαιότερους είναι απλώς ένα χαμόγελο κι ένα γεια με το χέρι. Δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω.

Για όσους έχουν μηχανάκι αιώνια παρκαρισμένο στην Ξάνθη και το μνημονεύουν στην πόλη που φοιτούν (όταν το αστικό πέφτει επάνω σε πορείες) έχουν την δυνατότητα να το ξανακαβαλήσουν.

(Και μην ξεχνάμε το κράνος, ξέρω ότι είναι σπαστικό και χαλάει και τα μαλλιά, αλλά ΠΡΕΠΕΙ να το φοράμε ΠΑΝΤΑ. Σας το λέω εγώ που έχω τρέλα με τα μαλλιά μου και το βάζω πάντα ακόμη κι αν μετά βγαίνουν από μέσα αντί για μπούκλες ίσια. Ούτε ισιωτικά κομμωτηρίου δεν μπορούν να ντουπλικάρουν το αποτέλεσμα. Το ξαναλέω ΠΑΝΤΑ ΚΡΑΝΟΣ!)

Μια μπαλίτσα, ένα μπασκετάκι και ένα μάζεμα στο σπίτι ενός φίλου ( ή πολλά, παράδειγμα δίνω) και τότε όλοι θυμόμαστε γιατί γουστάρουμε την πόλη μας. Γιατί είναι δικιά μας και το καταλαβαίνουμε την ώρα που μπαίνουμε στην πόλη (και βλέπουμε εκείνο το περίεργο κτίσμα, σαν όρθιο σάντουιτς μάλλον από μάρμαρο, το έχετε προσέξει ποτέ; Γράφει «Καλώς ορίσατε στην Ξάνθη, Πόλη των 1000 χρωμάτων.» Καλά έ, πολύ ψαγμένο όνομα, να κεράσουμε μια πάστα στον νονό.)

Έχουμε και τους γονείς να μας χαίρονται, να μας ρωτάνε για την σχολή (εεεε, τι άλλα νέα εδώ; Έβρεξε καθόλου;), να μαλώνουμε και μαζί τους έτσι για το καλό. Τσιμπάμε και κάνα χαρτζιλίκι από παππούδες που τους φτάνει μόνο να μας βλέπουν καλά. Και γι’αυτούς και για τους γονείς, απλώς υπάρχουμε γύρω από τα πόδια τους και νιώθουν καλά. Γεμίζει ξανά το σπίτι.
Και όταν έρθει η ώρα να φύγουμε, ενώ πιθανότατα κάνουμε περισσότερα πράγματα στην Ξάνθη (εγώ τουλάχιστον δεν κάθισα καθόλου τις ημέρες που ήμουν εκεί) γυρνάμε «ξεκούραστοι». Έτοιμοι να συνεχίσουμε αυτά που κάναμε γνωρίζοντας ότι έχουμε εκεί (ψηλά, χαμηλά, δίπλα, ανάλογα που είμαστε) την Ξάνθη να μας περιμένει με το κρύο της και την απλότητα της. Να την ξαναγεμίσουμε και να της δώσουμε τα 1000 χρώματα που χρειάζεται για να αυτοπροσδιοριστεί, άλλωστε τι καλύτερο από το να δέχεται πίσω τα παιδιά της;
Πολύ το σοβάρεψα προς το τέλος, γρήγορα μια εξυπνάδα για να κλείσω. Δεν μου’ρχεται τίποτα τώρα. Τέλος πάντων επιφυλάσσομαι για την επόμενη.

Αυτά από μένα, θα ήθελα να διαβάσω τα κλισέ που γνωρίζετε και ζείτε εσείς από την επιστροφή των φοιτητών στην Ξάνθη. Σίγουρα μου διέφυγαν πολλά.

Υ.Γ. Αυτός ο Μπαμπάτσος τελικά ή ζάπλουτος είναι ή μας κάνει πλάκα. Μα δουλεύει ποτέ αυτός ο άνθρωπος, ή το ανοίγει όποτε γουστάρει; Πάντα κλειστός είναι όποτε πάω κι όλοι μου λένε τι τέλειο σουβλάκι κάνει. Δεν έχω πάει ποτέ και όποτε είπα να πάω, κλειστός. Άντε να δούμε την επόμενη.

Constantine

2 σχόλια:

Equilibrium είπε...

Συγνώμη που θα σε απογοητεύσω αλλά ο μπαμπάτσος ΔΕΝ προκειται να ξανανοιξει ΠΟΤΕ. Ναι είναι αλήθεια τα σουβλάκια δεν πρόκειται να αναστηθούν με κανένα τρόπο.

Φυσικά όλα τα παραπάνω για μερικούς φοιτητές Είναι ρουτίνα και όχι η εξαίρεση μιας και έχω την πολυτέλεια να είμαι φοιτητής στην πόλη μου με δικό μου πληντύριο πιάτων, σπιτικό φαγητό και την ψευτοανεξαρτησία του δικού μου σπιτιού.
Τίποτα όμως δεν συγκρίνεται με τα κρασιά που πίνεις παρέα με παλιούς συμαθητές και συζητάς για καινούργιες και παλιές εμπειρίες.

Ναργιλές και ταινίες είναι δύο σταθερές αξίες αλλά όταν γίνονται (με τα συγκεκριμένα άτομα) τόσο αραιά όσο μερικές φορές τον χρόνο αποκτούν ιδιαίτερη σημασία και σαφώς γίνονται πιο αξιομνημόνευτα απο το περιστασιακό "άραγμα" που συμβάινει πιο συχνά και απο τις παρουσίες στην σχολή.

Και θα μπορούσε κανείς να αναπολεί με τις ώρες αλλά όπως θα έλεγε και κάποιος πιο σοφός "Ιt's culture on its making".

Griz είπε...

Μμ..δεν είναι μόνο δικιά σας η πόλη είναι και δικιά μας..των φοιτητών που ζουν εδώ τουλάχιστον 5χρόνια :) "Όμορφη πόλη" .. είναι.

Πολύ ωραίο το post σου..σε διαβεβαιώ ότι και τώρα που έχεις φύγει και ήρθαμε εμείς τα πράγματα είναι ακριβώς τα ίδια..στα μέρη που ανέφερες έχω να πάω πολλούς μήνες το βράδυ βέβαια.."παραλία" και ειδικά το μέρος που δείχνει τα 4 σημεία του ορίζοντα (για να μην
κάνουμε και διαφήμιση :P ) μαζεύει πολλούς φοιτητές.. όλα όπως τα λες!

Η Ξάνθη είναι μια πόλη που σου λείπει όταν φεύγεις από αυτήν, είτε είσαι ντόπιος ή απλώς περαστικός για λίγα χρόνια..

PS: Δε θα ξανανοίξει ο μπαμπατσος? :((